Δεν είναι ότι είμαστε μόνοι, αυτό είναι γνωστό και δε γίνεται τίποτα. Το να 'σαι μόνο σημαίνει ότι είσαι μόνος σε μια ορισμένη βαθμίδα όπου άλλες μοναξιές μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί σου. Τελεία και παύλα. όμως κάθε σύγκρουση, είτε πρόκειται για αυτοκινητιστικό ατύχημα, είτε πρόκειται για κήρυξη πολέμου, προκαλεί μια βίαιη διατομή των διαφορετικών βαθμίδων κι έτσι ένας άνθρωπος που μπορεί να είναι αυθεντία στα σανσκριτικά ή στην κβαντική φυσική, μεταμορφώνεται σε pépère* από τον τραυματιοφορέα που τον περιλάθπτει
[...]
Κι αφού του είχαν έρθει στο μυαλό οι ποιητές δε δυσκολεύτηκα να θυμηθεί όλους αυτούς που είχαν καταγγείλει τη μοναξιά του ανθρώπου μέσα στους ανθρώπους, τη γελοιότητα των χαιρετισμών, το "με συγχωρείται" όταν διασταυρώνεσαι με κάποιον στη σκάλες τη θέση στο μετρό που παραχωρείται στις κυρίες την υποτιθέμενη συναδελφικότητα στην πολιτική και στα σπορ. Μόνος ένας βιολογικός και σεξουαλικός οπτιμισμός θα μπορούσε να συγκαλύψει τον απομονωτισμό κάποιου. κι ας έλεγε ό,τι ήθελε ο Τζο Νταν.
Οι επαφές στην όποια δραστηριότητα, στη φυλή, στο γραφείο, στο κρεβάτι και στο γήπεδο, ήταν επαφές κλαδιών και φύλλων που διασταυρώνονται και χαϊδεύονται από δέντρο σε δέντρο, ενώ οι κορμοί υψώνουν αγέρωχα τις άτεμνες παραλλήλους τους. "Κατά βάθος θα μπορούσαμε να είμαστε όπως στην επιφάνεια" σκέφτηκε ο Ολιβέιρα, "αλλά τότε θα έπρεπε να ζούμε διαφορετικά". Και τι πάει να πει "να ζούμε διαφορετικά"; Ίσως να ζούμε παράλογα για να τελειώνουμε με το παράλογο, να καταδυόμαστε στον εαυτό μας με τόση δύναμη ώστε το άλμα να καταλήξει στην αγκαλιά του άλλου. Ναι ίσως ο έρωτας, αλλά αυτή η otherness διαρκεί όσο διαρκεί και μια γυναίκα και μόνο σε ό,τι αφορά αυτή τη γυναίκα. Κατά βάθος δεν υπάρχει otherness, μετά βίας μια ευχάριστη togetherness. Κάτι είναι και αυτό... Έρωτας, οντολογίζουσα τελετή, ζωοδότρα. Γι' αυτό και τώρα αναλογιζόταν κάτι που ίσως έπρεπε να το 'χε αναλογιστεί ευθύς εξαρχής: αν δεν κατέχεις τον εαυτό σου(και ποιος κατέχει πραγματικά τον εαυτό του), πώς θέλεις να κατέχεις την ετερότητα; Ποιος γύρισε ποτέ απ'τον εαυτό του, απ΄την απόλυτη μοναξιά του να μην μπορείς να βασιστείς ούτε στη συντροφιά του εαυτού σου, αλλά να'σαι αναγκασμένος να χωθείς στο σινεμά ή στο πορνείο ή σ' ένα φιλικό σπίτι ή σ'ένα συναρπαστικό επάγγελμα ή στο γάμο, για να 'ναι τουλάχιστον μόνο-μεταξύ-άλλων; Έτσι η υπέρτατη μοναξιά οδηγούσε στο υπέρτατο συναγελισμό, στη μεγάλη ψευδαίσθηση της συντροφιάς των άλλων, στον άνθρωπο μόνο μέσα στην αίθουσα των κατόπτρων και των αντηχήσεων. Όμως άνθρωποι όπως ο ίδιος και τόσοι άλλοι που αποδέχονται τον εαυτό τους (ή τον απέρριπταν αφού πρώτα τον είχαν γνωρίσει από κοντά), έπεφταν στο χειρότερο παράδοξο, να βρίσκονται στο κατώφλι της ετερότητας, και να μην μπορούν να το διαβούν. Η πραγματική ετερότητα, διαμορφωμένη από λεπτές επαφές, από θαυμαστές προσαρμογές στον κόσμο, δε μπορούσε να επιτευχθεί μονομερώς, στο απλωμένο χέρι έπρεπε να αποκριθεί ένα απλωμένο χέρι απ'έξω, από τον έτερο.
απόσπασμα από το βιβλίο "Κουτσό" του Julio Cortázar
εκδ.Opera (μτφρ.: Αχιλλέας Κυριακίδης)
Αθήνα 2018
---------------------------------------------------------------------------
*pépère : παπουλάκος