Δυο λόγια για τα "Σημεία Πλεύσης"


Διαβάζουμε, ακούμε, βλέπουμε. Λίγο; πολύ; όσο μας αφήνουν; όσο το έχουμε ανάγκη;(και ανάγκη για τι πράγμα άραγε;) Τέλος πάντων και τα δυο μας ασχολούμαστε με το μέσα μας, μέσα από το «μέσα» των άλλων.
Αλλά το κάνουμε χώρια. Γιατί από τη μια το βιβλίο, και με παρέα να το διαβάζεις, δεν επισκέπτεσαι τα βάθη τους παρά μόνος σου· από την άλλη οι ζωές μας έχουν τις δικές τους συντεταγμένες και ρυθμούς που άλλοτε εφάπτονται και άλλοτε όχι. Πάντα όμως βαδίζουν παράλληλα.
Καταλήγαμε λοιπόν να κρατάμε σημειώσεις σε τετράδια που ξεχνάγαμε πως κρατούσαμε ή κάποια από αυτά που μας συγκινούσαν και μας άγγιζαν να τα στέλνει ο ένας στον άλλον. Τα περισσότερα, ωστόσο, από αυτά καταλήγαμε τα αφήνουμε μέσα από τα χέρια να φύγουν, βυθίζοντας ξανά στη σκιά αυτά τα μέρη που αναπάντεχα φώτισαν. Τα "επειδή" και οι εξηγήσεις είναι πολλαπλές: ο μισητός παράγοντας του χρόνου και η ταχύτητα που ηχηρά επιβάλλει στις ζωές μας, η απόσταση, ο φόβος, οι δεύτερες σκέψεις... Όπως και να 'χει αφήναμε δυνάμεις τρίτες να θυσιάσουν τα ερεθίσματα εκείνα που μας έκαναν την ψυχή και το σώμα μας να ενωθούν· Στην ουσία, συνειδητά ή υποσυνείδητα, εμείς τα διώχναμε από τη ζωή μας, όπως κάνουμε μ ’εκείνα τα ενοχλητικά κουνούπια που επισκέπτονται το αυτί μας τα μεσημέρια του καλοκαιριού. Και κάτι σε όλο αυτό δε μας ταίριαζε, δε μας άρεσε, δε θέλαμε το δικό μας παραμύθι να υποβάλλεται σε παράγοντες ξένους προς τη φύση μας.
Κάπου εκεί, λοιπόν, αποφασίσαμε να φτιάξουμε αυτό το χώρο μοιράσματος.
Μια κοινή συντεταγμένη, όπου ο καθένας μας θα «αποθήκευε» αυτά που άγγιζαν την ψυχή του, πύρωναν το μυαλό και κέντριζαν τις αισθήσεις του, στην οποία οποιαδήποτε στιγμή ο καθένας από τους δυο μας θα μπορούσε στιγμιαία να μεταφερθεί και να νιώσει ζωντανή τη ψυχή του.
Ένα κουτί που θα το γεμίζαμε σιγά-σιγά με σκέψεις και αγγίγματα τα οποία άμεσα θα μοιραζόμασταν με τον άλλον, παύοντας να μοιραζόμαστε μόνο αυτά που περισσεύουν της δικιάς μας κούπας· ακόμη κι αν αυτή είναι μισογεμάτη, θα την προσφέραμε στον άλλον. Γιατί οι κούπες όλων μας από τη φύση τους είναι refillable. Δεν είναι πηγάδια που στερεύουν και δεν ξαναφθονούν. Το μόνο που πρέπει να χρειάζονται είναι αυτοί που τις κρατάνε να είναι πρόθυμοι να (απο)δεχτούν το κενό τους και να μη φοβούνται την προσφέρουν σε αυτούς που με προσοχή θα τις βοηθήσουν να πληρωθούν.
Είπαμε λοιπόν κάθε φορά που θα ανακαλύπταμε κάτι καινούργιο που μας ταρακουνά, να το βάζουμε εδώ, για να βοηθάει έτσι ο ένας τον άλλο· για να νιώθει ο ένας τον άλλον πάντα κοντά του· για να προχωράμε τις ζωές μας με κοινές παραμέτρους που θα μας μειώνουν την όποια απόσταση μας χωρίζει· για να μπορέσουμε να χτίσουμε εκείνο το κολεκτίβικο όνειρο.

Να τος λοιπόν ο χάρτης για την ουτοπία μας!


Καλώς ήρθατε.